Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης,
Έργο που μας μεταφέρει στην Ελβετία του 19ου αιώνα, μια εποχή όπου η καπιταλιστική πρωτοκαθεδρία και οι αναρχικές ιδέες βρίσκονται σε σύγκρουση.
Τα ρολόγια στο έργο λειτουργούν ως «μαγκάφιν», δηλαδή ως κεντρικά αντικείμενά, που ενώ φαίνεται να είναι ο βασικός πυρήνας της ιστορίας, τελικά οδηγούν την ιστορία σε άλλα μονοπάτια.
Η ταινία του Σιρίλ Σόιμπλιν ανιχνεύει με λεπτομέρεια τη σχέση μεταξύ χρόνου, εξουσίας και κοινωνικής αντίστασης.
Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, λίγα χρόνια μετά την Παρισινή Κομμούνα, και την ανάδυση του εργατικού κινήματος, δεν είναι τυχαία.
Η ιστορία επικεντρώνεται στην Τζοζεφίν Γκράμπλι (Κλάρα Γκοστύνσκι), μια εργάτρια που κατασκευάζει τον “τροχό ισορροπίας,” (ένα κρίσιμο εξάρτημα για τη ρύθμιση του ρυθμού στα ρολόγια) και τον Πιότρ Κροπότκιν (Αλεξέι Εβστράτοβ), έναν Ρώσο γεωλόγο και χαρτογράφο, που μεταβαίνει στην Ελβετία για να οργανώσει τους αναρχικούς στο καντόνι του Ιούρα.
Το εργοστάσιο ρολογιών στην Ιούρα, υπό την αυστηρή εποπτεία του καπιταλιστή ιδιοκτήτη, μετατρέπεται σε μια μικρογραφία της γενικότερης ταξικής πάλης.
Οι εργάτες ελέγχονται σχολαστικά, με κάθε αργοπορία τους.. να τιμωρείται.
Σε μια χαρακτηριστική σκηνή, ένας εργοδηγός χρησιμοποιεί χρονόμετρο για να μετρήσει την ταχύτητα των εργατών, καθιστώντας τη δουλειά τους, προϊόν εκμετάλλευσης και όχι δημιουργίας.
Η σκηνοθετική προσέγγιση του Σόιμπλιν είναι αυστηρά ελεγχόμενη και μινιμαλιστική, με έμφαση στα μακρινά πλάνα και τα στατικά καρέ.
Οι χαρακτήρες συχνά περιθωριοποιούνται οπτικά, υπογραμμίζοντας τη μηδαμινή τους σημασία, μπροστά στις δυνάμεις που τους χειραγωγούν.
Για παράδειγμα, η κάμερα ζουμάρει περισσότερο στα γρανάζια και τα εξαρτήματα των ρολογιών, παρά στα πρόσωπα των εργατών, κάνοντας τα αντικείμενα, να φαίνονται πιο ζωντανά από τους ανθρώπους.
Παράλληλα, το ηχητικό τοπίο, γεμάτο από το βουητό των μηχανών και τον ήχο των χρονομέτρων, ενισχύει την αίσθηση ενός ασφυκτικού ελέγχου, πάνω τους.
Οι εργάτες οργανώνουν συνωμοτικές συναντήσεις και αρνούνται να κατασκευάσουν εξαρτήματα για τον στρατό, ενώ η Τζοζεφίν συζητά με τον Κροπότκιν, για την πιθανότητα, μιας άλλου τύπου κοινωνίας.
Το εξαιρετικό θέμα, υπονομεύεται από τρία βασικά ζητήματα.
Την συνειδητή απουσία γεγονότων – εάν υπήρχαν, θα εμπλούτιζαν το σεναριακό υπόβαθρο της ταινίας – την αργόσυρτη αφήγηση – αφήνοντας την ταινία να μοιάζει περισσότερο με δοκιμιακή, στοχαστική μελέτη παρά με ένα συναρπαστικό δράμα με πολιτικές προεκτάσεις – αλλά και από την έλλειψη σκιαγράφησης των χαρακτήρων, όπως επί παραδείγματι της σχέσης της Τζοζεφίν με τον Κροπότκιν, η οποία παραμένει υποτυπώδης και περιορίζεται σε διαλόγους φιλοσοφικού χαρακτήρα, χωρίς συναισθηματικό βάθος ή πραγματική δραματική εξέλιξη.
Η ταινία έχει σοβαρές αδυναμίες, αλλά ως ένα βαθμό, καταφέρνει να ανοίξει έναν διάλογο για την έννοια του χρόνου ως εργαλείο ελέγχου και εξουσίας, αλλά και ως μέσο απελευθέρωσης.
Οι συμβολισμοί που περιβάλλουν τα ρολόγια – όπως φανερώνονται με το τελευταίο “παγωμένο” πλάνο – οι αναφορές στη συλλογική δράση των εργατών και η αντιπαραβολή της μηχανικής ακρίβειας με την ανθρώπινη αντοχή, αποτελούν ευκαιρία, για το «δοκιμασμένο στα δύσκολα» σινεφίλ κοινό, να εξερευνήσει έννοιες που σπάνια πλέον οι δημιουργοί της 7ης τέχνης καταπιάνονται.
Η ταινία “Ωρολογιακός Μηχανισμός” προβάλλεται από την Πέμπτη 19/12 στους κινηματογράφους.