Μετά την κατάληψη του Βασιλείου της Μακεδονίας, από τους Ρωμαίους, τον 2ο αιώνα π.Χ., λέγεται ότι στους μάγειρες των Λεγεώνων άρεσε πολύ, ένα αρωματικό βότανο που οι ντόπιοι χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική τους.
Όταν, στις κατακτητικές εκστρατείες των Λεγεώνων, ρωτούσαν οι λεγεωνάριοι τι είναι αυτό το καταπληκτικό μυρωδικό που τρώνε, οι μάγειροι απαντούσαν “pretosemŭlum macedonense” και όπως συχνά συμβαίνει, ο επιθετικός προσδιορισμός κυριάρχησε και αντικατέστησε το ουσιαστικό και το αρωματικό ονομάστηκε “μακεδονήσι“, εκ παραφθοράς του “μακεντονένσε“, στη νέα, ελληνόφωνη, ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Το μακεδονήσι μετατράπηκε εύκολα σε “magdunis” (ή κάπως έτσι) στα αραβικά για να φτάσει να λέγεται “maydanos” στα τούρκικα και να επιστρέψει ως μαϊντανός στη νεοελληνική, μετά την κατάληψη της χερσονήσου του Αίμου από τους Οθωμανούς. Βέβαια, ο όρος μακεδονήσι επέζησε και χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα από μεγάλο μέρος του πληθυσμού, κυρίως των ορεινών περιοχών της κεντρικής και βόρειας Ελλάδας.
Όμως το ταξίδι των λέξεων δεν τελειώνει εδώ.
Το “pretosemŭlum macedonense” είναι εκλατινισμένη απόδοση του “πετροσέλινον το μακεδονικόν” κι ενώ στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία επικράτησε ο επιθετικός προσδιορισμός έναντι της περίφρασης, στη δύση, επέζησε το ουσιαστικό, το πετροσέλινο, που έγινε pretosemulum για να φτάσει με συνεχείς παραφθορές να είναι prezzemolo στα σύγχρονα ιταλικά, peresil στα παλιά γαλλικά και persil στα σύγχρονα, petersilie στα γερμανικά και τα αρχαία αγγλικά, από όπου προέκυψε το parsley των σύγχρονων αγγλικών.
Κι αυτό είναι το εκπληκτικό ταξίδι ενός αρωματικού αγριόχορτου της Μακεδονικής Γης, που κατέκτησε τον κόσμο ως μαγειρικό συμπλήρωμα αλλά και ως λέξη.