Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης
Τα κινηματογραφικά έργα έχουν το κοινό τους.
Ένα «δοκιμασμένο» κινηματογραφικό μάτι τα προσεγγίζει διαφορετικά από έναν περιστασιακό σινεφίλ.
Η εισαγωγή αυτή είναι απαραίτητη για την περίπτωση του «The Brutalist» του Μπρέιντι Κόρμπετ, μιας ταινίας που μπορεί να άρεσε και σε κριτικούς αλλά μοιάζει να επιδιώκει να συγκινήσει περισσότερο το ευρύ κοινό, παρά να προσφέρει κάτι ρηξικέλευθο, που να δικαιολογεί τον ντόρο που την περιβάλλει.
Πίσω από την εντυπωσιακή της πρόσοψη, κρύβεται ένα φιλμ που αναμασά επαναλαμβανόμενα θέματα της έβδομης τέχνης, όπως επί παραδείγματι για τους επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, για το αμερικανικό όνειρο ως ψευδαίσθηση, για την εκμετάλλευση των αδυνάτων από τους ισχυρούς, χωρίς κάποια – πραγματικά – νέα οπτική.
Η ιστορία ακολουθεί τον Λάζλο Τοθ (Άντριεν Μπρόντι), έναν Ουγγροεβραίο αρχιτέκτονα που επιβιώνει του Ολοκαυτώματος και με τις υπάρχουσες συνθήκες ζει μακριά από τη σύζυγό του και την ανιψιά του, τις οποίες συναντά ξανά στο δεύτερο μέρος της ταινίας.
Φτάνοντας στην Αμερική, γίνεται το πιόνι ενός πλούσιου επιχειρηματία, του Χάρισον (Γκάι Πιρς), ο οποίος εκμεταλλεύεται το ταλέντο του Λάζλο.
Αντί να χτίσει το μέλλον του, ο Λάζλο βυθίζεται σε έναν κόσμο εκμετάλλευσης και αυτοκαταστροφής.
Η αισθητική της ταινίας είναι προσεγμένη, με εντυπωσιακή φωτογραφία και μουσική, όπως ταιριάζει στις οσκαρικές παραγωγές.
Η ταινία ξεδιπλώνεται σε δύο μέρη των 100 λεπτών, χωρισμένα από ένα – σκηνοθετικά – υποχρεωτικό διάλειμμα δεκαπέντε λεπτών, κάτι που εντείνει την αίσθηση, ότι η ταινία θα λειτουργούσε καλύτερα ως μίνι σειρά τεσσάρων 50λέπτων επεισοδίων.
Υπάρχουν και στα δύο μέρη μακρόσυρτες σκηνές, όπως είναι η σκηνή του πρώτου μέρους με τον Χάρισον και τον Λάζλο να συζητούν σε ένα καφέ-εστιατόριο, με τον σκηνοθέτη Μπρέιντι Κόρμπετ να μην μπαίνει γρήγορα στο «ψητό» και να γινόμαστε μάρτυρες μιας εξαντλητικής συζήτησης και μιας περιττής κινηματογραφικής φλυαρίας.
Παρόμοιες σκηνές συναντάμε σε διάφορες στιγμές του έργου.
Η ιστορία, ιδίως στο δεύτερο μέρος, χάνει τη συνοχή της.
Οι μικρές εμβόλιμες σκηνές σεξ μοιάζουν αχρείαστες, ενώ ο μπρουταλισμός ως αρχιτεκτονικό ρεύμα χρησιμοποιείται περισσότερο ως εικαστικό στοιχείο παρά ως οργανικό κομμάτι της ιστορίας.
Ο Γκάι Πιρς, στον ρόλο του Χάρισον, αποδίδει τον χαρακτήρα με υπερβολικά θεατρικό τρόπο.
Εμφανισιακά δε, δείχνει σχεδόν συνομήλικος με τα – κινηματογραφικά – παιδιά του κάνοντας το κάστινγκ να φαίνεται αταίριαστο.
Ο Άντριεν Μπρόντι παραδίδει μια αξιοπρεπή, αλλά όχι ιδιαίτερα πρωτότυπη ερμηνεία, ανακυκλώνοντας εκφραστικές αποχρώσεις από παλαιότερους ρόλους του.
Η ηθοποιός Φελίσιτι Τζόουνς, στο ρόλο της Έρζεμπετ – συζύγου του Λάζλο – παραμένει εγκλωβισμένη σε έναν χαρακτήρα που, αν και κεντρικός στη ζωή του πρωταγωνιστή, δεν αποκτά πραγματική υπόσταση στην ιστορία της ταινίας.
Οι σκηνές που τη δείχνουν να υποφέρει λόγω των επιλογών και των καταστάσεων που βιώνει ο σύντροφός της, καταλήγουν να ανακυκλώνουν γνωστά μοτίβα της καταπιεσμένης και θυσιαζόμενης συζύγου.
Η ταινία “The Brutalist” προβάλλεται από την Πέμπτη 6/2 στους κινηματογράφους.