Κριτική Ιάκωβος Γωγάκης
Η νέα ταινία του Εμανουέλ Μουρέ, “Τρεις Φίλες”, επιδιώκει να συνεχίσει την παράδοση του δημιουργού να εξερευνά τα πάθη, τις αναστολές και τις ηθικές περιπλοκές της ερωτικής ζωής. Η υπόθεση ακολουθεί τρεις γυναίκες – τις οποίες ερμηνεύουν γνωστές κυρίες του γαλλικού σινεμά- την Καμίλ Κοτέν, τη Σάρα Φορεστιέ και την Ιντιά Χερ – που πλοηγούνται μέσα σε σχέσεις όπου κυριαρχούν η ρουτίνα, η απιστία και η αποξένωση. Ο επίσης γνωστός Βίνσεντ Μακέν συμπληρώνει το παζλ , ως μια φιγούρα που πυροδοτεί επιθυμίες και εσωτερικές συγκρούσεις.

Ο Μουρέ επιχειρεί να βαδίσει στα χνάρια των ειδώλων του, του Τρυφώ και του Γκοντάρ, υιοθετώντας αφηγητή που σχολιάζει ειρωνικά τα δρώμενα, με σκηνές έντονης φλυαρίας και αμηχανίας – κλασικές αναφορές στη νουβέλ βαγκ. Σε αντίθεση με το έργο του, το “Χρονικό ενός Εφήμερου Έρωτα”, όπου η λιτότητα της φόρμας και η ένταση των διαλόγων ανέδυαν μια σπινθηροβόλα ενέργεια, εδώ η αφήγηση μοιάζει άνευρη. Οι σκηνές, όπως εκείνη όπου οι τρεις φίλες συζητούν ακατάπαυστα γύρω από το ίδιο τραπέζι χωρίς καμία αφηγηματική κορύφωση, καταλήγουν κουραστικές και επαναλαμβανόμενες.
Οι ερμηνείες, αν και έντιμες, δεν αρκούν για να καλύψουν το κενό. Η Κοτέν εμφανίζεται εγκλωβισμένη σε έναν ρόλο μονότονο, η Φορεστιέ κινείται σε ασφαλή μονοπάτια χωρίς να προσφέρει βάθος, ενώ η Ιντιά Χερ μοιάζει υπο-αξιοποιημένη. Ο Μακέν, με την εκ φύσεως ιδιοσυγκρασιακή του παρουσία, δίνει στιγμιαία ζωντάνια, αλλά γρήγορα χάνεται στη μονοτονία.
Η ταινία τελικά δείχνει πώς η υπερβολική εξάρτηση από διαλόγους και σινεφίλ αναφορές, χωρίς ισχυρό πυρήνα, οδηγεί σε βαρεμάρα. Όταν η φλυαρία καταντά αυτοσκοπός, τότε, όπως θα έλεγε και η λαϊκή ρήση, «το πολύ το κυρ’ ελέησον το βαριέται κι ο παπάς».
Οι ταινία “Τρεις Φίλες” προβάλλεται από την Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου στους κινηματογράφους.